οροι
Ελληνικοί Όροι
Άμεση Διάκριση (Direct Discrimination): Κάθε πράξη ή παράλειψη που αποκλείει ή θέτει σε εμφανώς μειονεκτική θέση τα πρόσωπα λόγω φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, καθώς και κάθε εντολή, παρότρυνση ή συστηματική ενθάρρυνση προσώπων να προβαίνουν σε δυσμενή ή άνιση μεταχείριση άλλων λόγω φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου. (Νόμος 4604/2019: «Προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων, πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας – Ρυθμίσεις για την απονομή Ιθαγένειας – Διατάξεις σχετικές με τις εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση – Λοιπές διατάξεις».)
Αμφιφοβία /Αμφιφυλοφοβία (Biphobia): Η αμφιφοβία ή αμφιφυλοφοβία είναι «ο φόβος, ο παράλογος θυμός, η δυσανεξία ή/και το μίσος προς την αμφιφυλοφιλία και τους αμφιφυλόφιλους ανθρώπους (…). Η φοβία μπορεί να υπάρχει μεταξύ των ετεροφυλόφιλων, των γκέι ανδρών, των λεσβιών ή των ίδιων των αμφιφυλόφιλων και συχνά σχετίζεται με πολλαπλά αρνητικά στερεότυπα για τους αμφιφυλόφιλους με κέντρο την πεποίθηση ότι η αμφιφυλοφιλία δεν υπάρχει και τη γενίκευση ότι οι αμφιφυλόφιλοι είναι συγκεχυμένοι». (International Lesbian, Gay, Bisexual, Trans and Intersex Association – Europe (July 2014). «ILGA - Europe Glossary»)
Αμφιφοβία /Αμφιφυλοφοβία (Biphobia): Όρος παράλληλος με αυτόν την ομοφοβίας που αναφέρεται στην ψυχολογική και κοινωνική προκατάληψη και στις διακρίσεις κατά των αμφισεξουαλικών προσώπων. Πέρα από αρνητικούς χαρακτηρισμούς, δηλώσεις όπως «Τα bi άτομα είναι αναποφάσιστα» ή «δεν υπάρχουν bi άτομα» επίσης είναι αμφιφοβικές. (Colour Youth)
Αμφιφυλόφιλος-η /Αμφισεξουαλικός/ή (Bisexual): Ένα άτομο το οποίο αισθάνεται συναισθηματική ή/και σεξουαλική έλξη προς δύο φύλα ή περισσότερα. Πολύ συχνά, χρησιμοποιείται ως όρος ομπρέλα για να περιγράψει διάφορες μορφές πολυσεξουαλικότητας. (Colour Youth)
Ανδροκεντρισμός: Θεώρηση του κόσμου και του πολιτισμού που επικεντρώνεται στην ανδρική οπτική, με τρόπο που η ανδρική πραγματικότητα να τοποθετείται στο επίκεντρο των κατασκευών του λόγου επηρεάζοντας το πολιτισμικό φαντασιακό και εδραιώνοντας τη βάση της κοινωνικής ιδεολογίας. Είναι μία κοινωνική πρακτική όπου οι άνθρωποι που την απαρτίζουν αναλαμβάνουν λειτουργικούς και προκαθορισμένους ρόλους, όπου τα αρσενικά μοντέλα και συμπεριφορές επιβεβαιώνονται ως καθολικές και ανώτερες των θηλυκών, οι οποίες θεωρούνται συμπληρωματικές. (urbana)
Αντι-σεξιστικό εκπαιδευτικό υλικό: Θεωρείται το υλικό από το οποίο όχι μόνο απουσιάζουν στοιχεία σεξισμού και έμφυλων διακρίσεων, αλλά, επιπλέον, παρέχονται και εναλλακτικές θεωρήσεις και προτεινόμενοι ρόλοι, έτσι ώστε να απεικονίζεται πιο ρεαλιστικά η πραγματικότητα, αναλύονται τα πλεονεκτήματά τους και οι δυσκολίες επίτευξης, συμπεριλαμβανομένων των θεσμικών εμποδίων και διακρίσεων. Αντι-σεξιστικό εκπαιδευτικό υλικό είναι αυτό που προτρέπει μαθητές /τριες να αμφισβητήσουν κριτικά και να δράσουν για την εξάλειψη του σεξισμού και της έμφυλης ασυμμετρίας.
Ασέξουαλ (Αsexual): Αλλιώς και ace. Κάποιος/α που δεν βιώνει (ή βιώνει λίγη) σεξουαλική έλξη προς άλλα άτομα. Η ασεξουαλικότητα συνήθως αντιμετωπίζεται ως φάσμα (asexual/ace spectrum) στο οποίο περιλαμβάνεται το asexuality στο ένα άκρο, το gray-asexuality (ή graysexuality) στο μέσο, και το (allo)sexuality στο άλλο άκρο. (Colour Youth)
Βία κατά των Γυναικών (Violence against Women): Ο όρος «βία κατά των γυναικών» νοείται ως παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μία μορφή διάκρισης κατά των γυναικών και σημαίνει όλες τις πράξεις μίας βίας βασιζόμενης στο φύλο οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα ή ενδέχεται να έχουν ως αποτέλεσμα, σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική ή οικονομική βλάβη ή πόνο για τις γυναίκες, συμπεριλαμβανομένων των απειλών τέλεσης τοιούτων πράξεων, τον εξαναγκασμό ή την αυθαίρετη αποστέρηση της ελευθερίας, είτε αυτή συμβαίνει στο δημόσιο ή τον ιδιωτικό βίο. (Συμβούλιο της Ευρώπης (2011), Σύμβαση του Συμβούλιου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας, Κωνσταντινούπολη, 11.5.2011 (άρθρο 3).)
Βία στην εργασία (Violence at workplace): Επιθετική συμπεριφορά, σωματική, ψυχολογική ή λεκτική βία λόγω φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, εντός εργασιακού χώρου, κατά τη διάρκεια και εξ αφορμής της εργασίας. (Nόμος 4604/2019: «Προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων, πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας – Ρυθμίσεις για την απονομή Ιθαγένειας – Διατάξεις σχετικές με τις εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση – Λοιπές διατάξεις».)
Βιασμός (Rape): Είναι ο εξαναγκασμός ατόμου, με σωματική βία ή με απειλή σοβαρού και άμεσου κινδύνου ζωής ή σωματικής ακεραιότητας, σε συνουσία ή σε άλλη ασελγή πράξη ή σε ανοχή της (άρθρο 336 παράγραφος 1 του Ποινικού Κώδικα).
Βιολογικό Φύλο (Sex): Ορίζεται ως το σύνολο εκείνο των βιολογικών χαρακτηριστικών όπως είναι πρωτογενώς (μεταξύ άλλων) οι γονάδες, τα φυλετικά χρωμοσώματα, οι ορμόνες, τα εσωτερικά και τα εξωτερικά γεννητικά όργανα τα οποία χρησιμοποιούνται για να αναθέσουν σε ένα άτομο το φύλο κατά τη γέννηση από την ιατρική κοινότητα. Το βιολογικό φύλο αναφέρεται και καλύπτει όλη την ποικιλία καταστάσεων, εκ των οποίων συνηθέστερες είναι η θηλυκή (π.χ. κόλπος, κλειτορίδα, ΧΧ χρωμοσώματα, ανάπτυξη στήθους κλπ) και η αρσενική (π.χ. πέος, όρχεις, ΧΥ χρωμοσώματα κλπ), αλλά και όλες τις υπόλοιπες καταστάσεις που αφορούν τα intersex* άτομα. Κάποια άτομα αποδομούν την έννοια του βιολογικού φύλου, και κάνουν λόγο μόνο για βιολογικά-ανατομικά χαρακτηριστικά. (Colour Youth)
Γκέι (Gay): Ένα άτομο το οποίο αισθάνεται συναισθηματική ή/και σεξουαλική έλξη προς άτομα του ίδιου φύλου. Ο όρος γκέι στην Ελλάδα χρησιμοποιείται κυρίως για άνδρες, αν και υπάρχουν περιπτώσεις όπου και γυναίκες τον χρησιμοποιούν για να περιγράψουν τον σεξουαλικό ή/και τον ρομαντικό τους προσανατολισμό («γκέι γυναίκα», γυναίκες που ελκύονται συναισθηματικά ή/και σεξουαλικά από γυναίκες). (Colour Youth)
Γυναικοκτονία (Femicide): Πρόκειται για ανθρωποκτονία γυναικών, από πρόθεση, επειδή είναι γυναίκες. Συνιστά ακραία μορφή έμφυλης και σεξιστικής βίας. Διαπράττεται με κίνητρο την άσκηση κοινωνικού ελέγχου στα σώματα, αλλά και τις επιλογές των γυναικών. Στην ουσία οι γυναικοκτονίες είναι εγκλήματα που στηρίζονται στις βαθιά εμπεδωμένες κοινωνικές αντιλήψεις, σύμφωνα με τις οποίες οι γυναίκες πρέπει να είναι υποτελείς στην ανδρική εξουσία, ενώ δυνητικά μπορούν να «τιμωρηθούν» και να «σωφρονιστούν» μέσω της βίας. Δράστης –στην πλειοψηφία των περιπτώσεων– είναι ο (πρώην ή νυν) σύζυγος ή σύντροφος. Συνήθως ο δράστης είχε μακροχρόνια κακοποιητική συμπεριφορά απέναντι στη σύζυγο, που είναι συχνά σε θέση οικονομικής αδυναμίας.
Η γυναικοκτονία συνιστά διακριτό αδίκημα που παλαιότερα συγκαλύπτονταν πίσω από τον όρο «εγκλήματα τιμής» και αργότερα από τον όρο «εγκλήματα πάθους». Καταγράφηκε για πρώτη φορά ως όρος το 1976 από την εγκληματολόγο Νταϊάνα Ράσελ (Diana E. H. Russel) και υιοθετήθηκε από την εγκληματολογία, μετά το 1992, χάρη στο βιβλίο «Femicide: the politics of woman killing», μια συλλογή δοκιμίων που επιμελήθηκαν η ακαδημαϊκός Τζιλ Ράντφορντ (Jill Radford) και η εγκληματολόγος Νταϊάνα Ράσελ (DianaE. H. Russell). (Κέντρο Διοτίμα)
Διάσταση του Φύλου (Gender Dimension): Η διάσταση κάθε ζητήματος που σχετίζεται με το φύλο / με τις διαφορές στη ζωή των ανδρών και των γυναικών. (100 λέξεις για την ισότητα. Γλωσσάριο όρων σχετικών με την ισότητα ανδρών και γυναικών, Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, 1998.)
Διαταραχή Ταυτότητας Φύλου (Gender Identity Disorder): Μια διαγνωστική κατηγορία στο DSM-IV και στο ICD-10 που αποδίδεται στα τρανς άτομα που θέλουν να προβούν σε φυλομετάβαση. Κριτήρια διάγνωσης αποτελούν μεταξύ άλλων η επίμονη και ισχυρή ταύτιση με άλλο από το αποδοθέν στη γέννα φύλο του ατόμου, καθώς και μια έντονη δυσφορία σχετικά με το αποδοθέν στη γέννα φύλο του ατόμου. (Colour Youth)
Δυσφορία Φύλου (Gender Dysphoria): Η διαγνωστική κατηγορία που χρησιμοποιείται στο DSM-V αντί της «Διαταραχής Ταυτότητας Φύλου» σε μια προσπάθεια περιορισμού του στίγματος που υφίστανται τα τρανς άτομα. Κριτήριο διάγνωσης για τη Δυσφορία Φύλου είναι η παρουσία κλινικά σημαντικής δυσφορίας που προκύπτει από την διαφορά ανάμεσα στην ταυτότητα φύλου* που αποδίδει το άτομο στον εαυτό του και την ταυτότητα φύλου που του αποδίδουν τρίτα άτομα ή/και στα βιολογικά χαρακτηριστικά του σώματός του. (Colour Youth)Έκφραση Φύλου (Gender Expression): Είναι η εκδήλωση της ταυτότητας φύλου ενός ατόμου προς τους άλλους, για παράδειγμα μέσω της ένδυσης, της ομιλίας και των τρόπων του. Η έκφραση φύλου των ανθρώπων ενδέχεται να συμφωνεί ή να μη συμφωνεί με την ταυτότητα ή τις ταυτότητες φύλου τους ή με το φύλο που τους αποδόθηκε στη γέννηση. (Υποστηρίζοντας το Ίντερσεξ Παιδί μου, ΙGLYO,OII Europe & EPA https://rainbowschool.gr/wp-content/uploads/2018/10/Parents_Toolkit_Intersex_GRK_ES_WEB.pdf)
Έμμεση Διάκριση (Indirect Discrimination): Κάθε πράξη ή παράλειψη που θέτει σε μειονεκτική θέση τα πρόσωπα λόγω φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, δυνάμει μιας ουδέτερης εκ πρώτης όψης διάταξης, κριτηρίου ή πρακτικής, εκτός αν αυτή η διάταξη, το κριτήριο ή η πρακτική δικαιολογούνται αντικειμενικά από νόμιμο σκοπό και τα μέσα για την επίτευξη του εν λόγω σκοπού είναι πρόσφορα και αναγκαία. (Nόμος 4604/2019: «Προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων, πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας – Ρυθμίσεις για την απονομή Ιθαγένειας – Διατάξεις σχετικές με τις εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση – Λοιπές διατάξεις».)
Εμπορία Ανθρώπων (Human Trafficking): Η στρατολόγηση, μεταφορά, μετακίνηση, εγκατάσταση, ή παραλαβή προσώπων, μέσω απειλής, ή χρήσης βίας, ή άλλων μορφών εξαναγκασμού, της απαγωγής, του δόλου, της εξαπάτησης, της κατάχρησης της δύναμης, της κατάχρησης μιας τρωτής ή ευάλωτης θέσης, της προσφοράς ή της αποδοχής οικονομικού ή άλλου οφέλους για την επίτευξη της σύμφωνης γνώμης ενός προσώπου το οποίο ασκεί έλεγχο ή εξουσία επί άλλου προσώπου για τον σκοπό της εκμετάλλευσης. Η εκμετάλλευση περιλαμβάνει την εκμετάλλευση της πορνείας ή άλλες μορφές σεξουαλικής εκμετάλλευσης, την εξαναγκαστική εργασία, ή παροχή υπηρεσιών, τη διαμόρφωση συνθηκών σκλαβιάς, ή τη λήψη σωματικών οργάνων. (Σύμβαση κατά του Διεθνικού Οργανωμένου Εγκλήματος (2000): Πρωτόκολλο για την Πρόληψη, Καταστολή και Τιμωρία της Διακίνησης Προσώπων, ιδιαίτερα Γυναικών και Παιδιών.)
Έμφυλα ουδέτερη γλώσσα: H ουδέτερη ως προς το φύλο γλώσσα είναι ένας γενικός όρος ο οποίος καλύπτει τη χρήση μη σεξιστικής γλώσσας, συμπεριληπτικής γλώσσας ή δίκαιης ως προς το φύλο γλώσσας. Σκοπός της ουδέτερης ως προς το φύλο γλώσσας είναι να αποφεύγονται επιλογές λέξεων στις οποίες μπορεί να αποδοθεί χαρακτήρας προκατάληψης, διάκρισης ή απαξίωσης, επειδή υπονοούν ότι ένα βιολογικό ή κοινωνικό φύλο είναι ο κανόνας. Η χρήση δίκαιης και συμπεριληπτικής ως προς το φύλο γλώσσας συντελεί επίσης στη μείωση των έμφυλων στερεοτύπων, προάγει την κοινωνική αλλαγή και συμβάλλει στην επίτευξη ισότητας των φύλων. (Δείτε περισσότερα στον οδηγό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ‘Ουδέτερη ως προς το φύλο γλώσσα https://www.europarl.europa.eu/cmsdata/187093/GNL_Guidelines_EL-original.pdf)
Έμφυλα στερεότυπα (Gender Stereotypes): Ονομάζονται οι κοινές υπεραπλουστευμένες εικόνες που επικρατούν στη κοινωνία για τα χαρακτηριστικά που έχουν ή θα πρέπει να έχουν τα φύλα –χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ποικίλες έμφυλες ατομικές διαφορές μεταξύ των υποκειμένων- και οι οποίες συχνά συνοδεύονται από προκαταλήψεις, δηλαδή από μια ευνοϊκή ή δυσμενή προδιάθεση και στάση για το ένα φύλο.
Έμφυλη βία (Gender - based violence): Η έμφυλη βία είναι ένα καθημερινό, παγκόσμιο φαινόμενο, που πλήττει στη συντριπτική πλειοψηφία γυναίκες και νεαρά κορίτσια, αλλά και ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα. Περιλαμβάνει οποιαδήποτε επιβλαβή πράξη, κατά της αξιοπρέπειας και της ακεραιότητας όσων την υφίστανται. Μπορεί να τελεστεί τόσο σε ιδιωτικό όσο και σε δημόσιο χώρο (σπίτι, εργασία, Μέσα Μαζικής Μεταφοράς κλπ.), στρεφόμενη εναντίον της θέλησης του ατόμου. Διακρίνεται από τις άλλες μορφές βίας καθώς πηγάζει από την ιστορικά διαπιστωμένη ανισότητα στις σχέσεις κοινωνικής ισχύος/εξουσίας μεταξύ ανδρών και γυναικών, η οποία οδήγησε στην κυριαρχία των ανδρών επί των γυναικών και στις διακρίσεις σε βάρος τους. (Κέντρο Διοτίμα)
Έμφυλη Διάκριση (Gender Discrimination): Σωματική, ψυχολογική ή λεκτική συμπεριφορά, μέσω της οποίας υποβαθμίζονται τα άτομα με βάση το φύλο τους, τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα του φύλου τους. (Nόμος 4604/2019: «Προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων, πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας – Ρυθμίσεις για την απονομή Ιθαγένειας – Διατάξεις σχετικές με τις εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση – Λοιπές διατάξεις».)
Έμφυλη Ταυτότητα (Gender Identity): Η ταυτότητα φύλου αναφέρεται στον ατοµικό και εσωτερικό τρόπο που βιώνεται το κοινωνικό φύλο (gender) από κάθε άτοµο και που µπορεί να συµπίπτει ή όχι µε το αποδοθέν κατά τη γέννησή του φύλο. (Colour Youth)
Έμφυλοι ρόλοι (Gender Roles): Σύνολο προτύπων, προδιαγραφών και πολιτισμικών αναπαραστάσεων υπαγορευμένων από την κοινωνία σχετικά με τη συμπεριφορά που θεωρείται κατάλληλη για ένα συγκεκριμένο φύλο. (urbana)
Ενδοοικογενειακή Βία (Domestic violence): Ο όρος «ενδοοικογενειακή βία» σημαίνει όλες τις πράξεις σωματικής, σεξουαλικής, ψυχολογικής ή οικονομικής βίας οι οποίες συμβαίνουν εντός της οικογένειας ή οικογενειακής μονάδας ή μεταξύ πρώην ή νυν συζύγων ή συντρόφων, ανεξάρτητα ή όχι του κατά πόσο ο δράστης μοιράζεται ή έχει μοιρασθεί την ίδια κατοικία με το θύμα.
(Συμβούλιο της Ευρώπης (2011), Σύμβαση του Συμβούλιου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας, Κωνσταντινούπολη, 11.5.2011 (άρθρο 3).)
Ενδυνάμωση (Empowerment): Ο τρόπος για την απόκτηση πρόσβασης σε πόρους και για την ανάπτυξη των ικανοτήτων ενός ατόμου με σκοπό την ενεργό συμμετοχή του στη διαμόρφωση των συνθηκών της ζωής του και της ζωής της κοινότητας, στην οποία είναι ενταγμένο από οικονομική, κοινωνική και πολιτική άποψη.
(100 λέξεις για την ισότητα. Γλωσσάριο όρων σχετικών με την ισότητα ανδρών και γυναικών, Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, 1998.)
Ένταξη της Διάστασης του Φύλου σε όλες τις Πολιτικές (Gender Mainstreaming): Η στρατηγική για την υλοποίηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων, η οποία περιλαμβάνει την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στην προετοιμασία, τον σχεδιασμό, την εφαρμογή, την παρακολούθηση και την αξιολόγηση πολιτικών, κανονιστικών μέτρων και προγραμμάτων δαπανών, με στόχο την προώθηση της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών και την καταπολέμηση των διακρίσεων.
(Nόμος 4604/2019: «Προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων, πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας – Ρυθμίσεις για την απονομή Ιθαγένειας – Διατάξεις σχετικές με τις εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση – Λοιπές διατάξεις».)
Επαναπροσδιορισμός Φύλου (Gender Reassignment): Είναι οι ιατρικές διαδικασίες διαμόρφωσης του σώματος στις οποίες προβαίνει ένα άτομο ώστε να εναρμονίσει την εικόνα του σώματός του με το βίωμά του. Αναφέρεται και ως «Διόρθωση/Αλλαγή Φύλου», όρος που πλέον αποφεύγεται ως κοινωνικά στιγματισμένος. (Colour Youth)
Ερμαφρόδιτο: Παρωχημένος όρος, που χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει τους ίντερσεξ ανθρώπους. Σήμερα θεωρείται γενικά υποτιμητικός και κακοποιητικός.
Ερωτηματικός-η (Questioning): ο όρος αναφέρεται σε ανθρώπους που βρίσκονται στη διαδικασία της κατανόησης και εξερεύνησης του σεξουαλικού τους προσανατολισμού ή της ταυτότητας φύλου. Συνήθως αναζητούν πληροφορίες και υποστήριξη κατά τη διάρκεια αυτού του σταδίου της ανάπτυξης της ταυτότητας τους. (Colour Youth)
Ετεροκανονικότητα (Heteronormativity): Έννοια που αναπτύχθηκε εντός της Queer Θεωρίας και περιγράφει την κοινωνικά επιβαλλόμενη δυαδικότητα του φύλου, καθώς και την πίστη στην ιδέα πως η ετεροφυλοφιλία είναι ο μοναδικός φυσιολογικός και αποδεκτός σεξουαλικός προσανατολισμός. (Colour Youth)
Ετεροσεξισμός (Heterosexism): Πεποίθηση πως η ετεροφυλοφιλία είναι ο μόνος φυσιολογικός σεξουαλικός προσανατολισμός, ανώτερη σε σχέση με τους άλλους σεξουαλικούς προσανατολισμούς, και συνοδεύεται από την πεποίθηση ότι όλοι οι άνθρωποι είναι αποκλειστικά ετεροφυλόφιλοι (Fish, 2007). O ετεροσεξισμός είναι άμεσα συνδεδεμένος με την ομοφοβία, διαφέρει όμως σημαντικά, καθώς αποτελεί ένα σύστημα καταπίεσης που είναι ενσωματωμένο στους κυρίαρχους κοινωνικούς, πολιτισμικούς και οικονομικούς θεσμούς. (Colour Youth)
Ετεροφυλόφιλος/η (Straight): Ένα άτομο το οποίο αισθάνεται ρομαντική ή/και σεξουαλική έλξη προς άτομα του άλλου φύλου. Ο όρος αυτός βασίζεται στην αποδοχή της δυαδικότητας του φύλου, εξού και η χρήση του συνθετικού «έτερο-». (Colour Youth)
Ηγεμονική αρρενωπότητα (Hegemonic masculinity): Πρόκειται για ένα σύνολο ρόλων και προνομίων που αποδίδονται στους άνδρες ως αποτέλεσμα προκαθορισμένων πολιτισμικών προτύπων και που εξηγούν το πώς και το γιατί οι άνδρες διατηρούν έναν κοινωνικό ρόλο κυριαρχίας έναντι των γυναικών και άλλων ταυτοτήτων φύλου. (urbana)
Ιεραρχία των φύλων: Η ιεραρχία είναι οποιαδήποτε δομή λειτουργεί με βάση κάποια αξία ή κατηγορία. Η ιεραρχία των φύλων προέρχεται από ιστορικούς και κοινωνικούς μηχανισμούς που υποβαθμίζουν τις γυναίκες σε μία δευτερεύουσα θέση στις ανθρώπινες σχέσεις. Στην πατριαρχική κοινωνία, οι γυναίκες έχουν διαφορετικό καθεστώς σε σχέση με τους άνδρες όσον αφορά στη σχέση τους με την ιδιοκτησία, την εργασία και την πολιτική συμμετοχή. (urbana)
Ίντερσεξ (Intersex): Διεθνής όρος που σχετίζεται με μια σειρά από φυσικά χαρακτηριστικά ή παραλλαγές που βρίσκονται ανάμεσα στα ιδανικά στερεοτυπικά άκρα του αρσενικού και του θηλυκού. Οι ίντερσεξ άνθρωποι γεννιούνται με σωματικά, ορμονικά ή γενετικά χαρακτηριστικά που δεν είναι ούτε εξολοκλήρου θηλυκά ούτε εξολοκλήρου αρσενικά ή είναι ένας συνδυασμός αρσενικού και θηλυκού ή δεν είναι ούτε θηλυκά ούτε αρσενικά. Υπάρχουν πολλές μορφές ίντερσεξ (ή διαφυλικές παραλλαγές): πρόκειται για ένα φάσμα ή έναν όρος ομπρέλα και όχι για μια ενιαία κατηγορία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι ίντερσεξ ακτιβιστές συχνά προτιμούν να χρησιμοποιούν τον όρο «χαρακτηριστικά φύλου» (για παράδειγμα, όταν μιλάμε για πεδία προστασί- 32 ας από τις διακρίσεις). Δεν υπάρχει μία αμετάβλητη κατάσταση που να ονομάζεται «κατάσταση ίντερσεξ», οπότε η χρήση του όρου «χαρακτηριστικά φύλου» αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι το να είσαι ίντερσεξ είναι ένα σωματικό βίωμα και μόνο ένα κομμάτι της ταυτότητας ενός ατόμου.
(Υποστηρίζοντας το Ίντερσεξ Παιδί μου, ΙGLYO,OII Europe & EPA https://rainbowschool.gr/wp-content/uploads/2018/10/Parents_Toolkit_Intersex_GRK_ES_WEB.pdf)
Ισότητα Των Φύλων (Gender Equality): Η έννοια αυτή εκφράζει το γεγονός ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να αναπτύξουν τις προσωπικές τους ικανότητες και να προβούν σε επιλογές, χωρίς τους περιορισμούς που θέτουν οι αυστηρώς καθορισμένοι ρόλοι των φύλων. ότι οι διαφορετικές συμπεριφορές, επιδιώξεις και ανάγκες των γυναικών και των ανδρών θεωρούνται, εκτιμούνται και ευνοούνται εξίσου.
(Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 100 λέξεις για την ισότητα. Γλωσσάριο όρων σχετικών με την ισότητα ανδρών και γυναικών, Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, 1998.)
Ισότητα/ Ίσα Δικαιώματα/ Ανθρώπινα Δικαιώματα: Συμβατικά, μπορούμε να διακρίνουμε τέσσερις τύπους ισότητας:
(1) την ισότητα μεταξύ προσώπων ή οντολογική ισότητα [ontological equality],
(2) την ισότητα των ευκαιριών [equality of opportunity],
(3) την ισότητα των συνθηκών, όπου η νομοθεσία προσπαθεί να καταστήσει τις συνθήκες ζωής ίσες για όλους [equality of conditions],
(4) την ισότητα του αποτελέσματος ή σκοπού [equality of outcome].
Η οντολογική ισότητα συνήθως αναφέρεται στη θρησκευτική πίστη. Για παράδειγμα, ο Xριστιανισμός είναι μία θρησκεία που πιστεύει ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, επειδή έτσι τους έπλασε ο Θεός. Η ιδέα της ισότητας των ευκαιριών προήλθε από την Γαλλική Επανάσταση, σύμφωνα με την αρχή ότι όλες οι θέσεις στην κοινωνία πρέπει να είναι ανοικτές για όλους σε ένα ανταγωνιστικό σύστημα ανάλογα με την εκπαίδευση και τις ικανότητες που έχουν τα άτομα. Δηλαδή, αναλογικά, αν δούμε την κοινωνία σαν ένα ανταγωνιστικό διαγωνισμό, η αρχή της ισότητας των ευκαιριών προτείνει ότι όλα τα άτομα, ασχέτως φυλής, φύλου και ηλικίας έχουν το δικαίωμα να διαγωνιστούν Ισότητα, ίσα δικαιώματα, ανθρώπινα δικαιώματα είναι όλα έννοιες που είναι δύσκολο να ερμηνευθούν αλλά και να εφαρμοσθούν. Στα πολυσύνθετα συστήματα των σύγχρονων κοινωνιών, μια κατάσταση πλήρους κοινωνικής ισότητας είναι δύσκολο να επιτευχθεί, εξαιτίας πολλών και ποικίλων παραγόντων, όπως η οικονομία, η μετανάστευση, η εξωτερική πολιτική, η εθνική πολιτική, ο ανταγωνισμός για δύναμη και εξουσία κ.ά. (ΦυλοΠαιδεία)
Κοινωνικό Φύλο (Gender): Είναι το κοινωνικό κατασκεύασμα που απαρτίζεται από ρόλους, συμπεριφορές, νόρμες, δραστηριότητες και χαρακτηριστικά που η εκάστοτε κοινωνία, κουλτούρα ή/και τάξη κάποιας δεδομένης ιστορικής περιόδου αποδίδει ως «τυπικά» της γυναίκας και του άνδρα (έχοντας ως βάση το μοντέλο της δυαδικότητας του φύλου). Το κοινωνικό φύλο είναι ως εκ τούτου άρρηκτα συνδεδεμένο με τις κοινωνικές προσδοκίες που συνδέονται με το αντιληφθέν ως βιολογικό φύλο των ατόμων. Κατ’ άλλους, το κοινωνικό φύλο είναι το μόνο φύλο ενός ατόμου. (Colour Youth)
Κουίρ (Queer): Ένας πολύπλοκος όρος με πολλαπλές ερμηνείες. Χρησιμοποιείτο στο παρελθόν ως υποτιμητικός όρος προς τα άτομα με ομόφυλο σεξουαλικό προσανατολισμό, αλλά στη δεκαετία του 1980 υιοθετήθηκε από ακτιβιστές και θεωρητικούς ως θετικός και συγκρουσιακός αυτό-χαρακτηρισμός σε μια προσπάθεια να προκαλέσουν τις κοινωνικές νόρμες σχετικά με την σεξουαλικότητα, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου ή/και άλλες μορφές κανονικότητας. Χρησιμοποιείται συχνά από άτομα που δεν αποδέχονται τις παραδοσιακές έννοιες φύλων και σεξουαλικότητας και δεν ταυτίζονται/ καλύπτονται με κάποιο από τους υπόλοιπους όρους του ακρωνυμίου ΛΟΑΤΙ+ αλλά και ως όρος-ομπρέλα για όλα τα LGBTQI+ άτομα. Ως όρος ταυτίζεται και με συγκεκριμένα κομμάτια της Queer Theory (Queer Θεωρίας). (Colour Youth)
Κυριαρχία φύλου: Εμφανείς (άμεσες) ή έμμεσες ενέργειες που έχουν ως αποτέλεσμα την επιβολή κάποιου φύλου στο άλλο. Στην περίπτωση αυτή, ένα ή περισσότερα άτομα αρσενικού φύλου υιοθετούν στάση υπεροχής έναντι ενός ή περισσοτέρων ατόμων θηλυκού φύλου. Αυτές οι ενέργειες χρησιμοποιούνται για την ενθύμιση και την επιβεβαίωση της θέσης που αντιστοιχεί σε κάθε άτομο σύμφωνα με την ιεραρχία της κοινωνίας. (urbana)
Λεσβία (Lesbian): Ένα άτομο το οποίο αυτοπροσδιορίζεται ως γυναίκα (βλέπε ταυτότητα φύλου) και αισθάνεται συναισθηματική, ρομαντική ή/και σεξουαλική έλξη προς άτομα του ίδιου φύλου. Μερικές γυναίκες προτιμούν να αυτοπροσδιορίζονται ως γκέι ή γκέι γυναίκες. (Colour Youth)
ΛΟΑΤ/ΛΟΑΤΜ/ΛΟΑΤΚΙ+ (LGBT/LGBTI/LGBTQI+): Η συντομογραφία «ΛΟΑΤ» (Λεσβίες, Ομοφυλόφιλοι, Αμφιφυλόφιλοι, Τρανς - LGBT) ή η πληρέστερη ΛΟΑΤΚΙ+ (Λεσβίες, Ομοφυλόφιλοι, Αμφιφυλόφιλοι, Τρανς, Κουήρ, Ίντερσεξ/Μεσοφυλικοί-ες κ.ά. - LGBTQI+) χρησιμοποιείται για τους μη ετεροφυλόφιλους ανθρώπους ή/και για εκείνους-ες που το κοινωνικό τους φύλο δεν συμφωνεί με το φύλο που τους αποδόθηκε κατά τη γέννηση. Το σύμβολο «+» αφορά επιπλέον ταυτότητες φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμούς όπως: Ασέξουαλ (Asexual), Πανσέξουαλ (Pansexual), Ερωτηματικός-η (Questioning), Μεσοφυλικός-ή (Intersex). (Colour Youth)Κουίρ (Queer): Ένας πολύπλοκος όρος με πολλαπλές ερμηνείες. Χρησιμοποιείτο στο παρελθόν ως υποτιμητικός όρος προς τα άτομα με ομόφυλο σεξουαλικό προσανατολισμό, αλλά στη δεκαετία του 1980 υιοθετήθηκε από ακτιβιστές και θεωρητικούς ως θετικός και συγκρουσιακός αυτό-χαρακτηρισμός σε μια προσπάθεια να προκαλέσουν τις κοινωνικές νόρμες σχετικά με την σεξουαλικότητα, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου ή/και άλλες μορφές κανονικότητας. Χρησιμοποιείται συχνά από άτομα που δεν αποδέχονται τις παραδοσιακές έννοιες φύλων και σεξουαλικότητας και δεν ταυτίζονται/ καλύπτονται με κάποιο από τους υπόλοιπους όρους του ακρωνυμίου ΛΟΑΤΙ+ αλλά και ως όρος-ομπρέλα για όλα τα LGBTQI+ άτομα. Ως όρος ταυτίζεται και με συγκεκριμένα κομμάτια της Queer Theory (Queer Θεωρίας). (Colour Youth)
Μη - δυαδικό (Non-binary): Όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα άτομα των οποίων η ταυτότητα φύλου βρίσκεται έξω από ή ανάμεσα στις παραδοσιακές κατηγορίες αρσενικού και θηλυκού.
(Υποστηρίζοντας το Ίντερσεξ Παιδί μου, ΙGLYO,OII Europe & EPA https://rainbowschool.gr/wp-content/uploads/2018/10/Parents_Toolkit_Intersex_GRK_ES_WEB.pdf)
Μη-σεξιστικό εκπαιδευτικό υλικό: Θεωρείται το υλικό από το οποίο απουσιάζουν οι παραδοσιακοί στερεότυποι έμφυλοι διαχωρισμοί, η παρουσία και η συνεισφορά των γυναικών είναι μια πραγματικότητα και εμπεριέχονται οι μεταβαλλόμενοι ρόλοι των ανδρών και των γυναικών. Η μη-σεξιστική προσέγγιση είναι αυτή που παρουσιάζει ισότιμα έμφυλα μοντέλα -σε παραδοσιακούς και μη- ρόλους και έννοιες, κρατώντας ταυτόχρονα μια ουδετερότητα ως προς την αμφισβήτηση αυτών των έμφυλων στερεότυπων διακρίσεων.
Ομοφοβία (Homophobia): Η ψυχολογική και κοινωνική προκατάληψη, οι διακρίσεις και ο παράλογος φόβος προς τα άτομα με ομόφυλο σεξουαλικό προσανατολισμό.
(Οικογένειες Ουράνιο Τόξο-LGBTQI Γονείς και Σχολείο- Οδηγός για Νηπιαγωγούς και Δασκάλους https://rainbowschool.gr/wp-content/uploads/2017/11/RainbowFamiliesGuide.pdf)
Ομοφυλόφιλος/η (Homosexual): Ελάχιστοι άνθρωποι θα χρησιμοποιήσουν τον όρο «ομοφυλόφιλος/η» για να περιγράψουν τον εαυτό τους στην κοινότητα των νέων, καθώς είναι ένας όρος με αρνητικές ιατρικές επιβαρύνσεις. Παρόλα αυτά, ο όρος Ομοφυλοφιλία χρησιμοποιείται ευρέως για να περιγραφεί το φαινόμενο της έλξης προς άτομα του ίδιου φύλου. Βλέπε και Γκέι, Λεσβία. (Colour Youth)
Οπτική Του Φύλου (Gender Perspective): Η εξέταση και η επισήμανση των έμφυλων διαφορών, οι οποίες ενδέχεται να υπάρχουν σε οποιαδήποτε δεδομένη δραστηριότητα / τομέα άσκησης πολιτικής.
(100 λέξεις για την ισότητα. Γλωσσάριο όρων σχετικών με την ισότητα ανδρών και γυναικών, Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, 1998.)
Ουσιαστική Ισότητα Των Φύλων (Substantive / De Facto Gender Equality): Η ισότητα των φύλων, μέσω της οποίας διευρύνεται και κατοχυρώνεται στην πράξη η τυπική νομική ισότητα και η προστατευτική και διορθωτική ή επανορθωτική διάσταση της ισότητας των φύλων διασφαλίζονται ίσες ευκαιρίες σε κάθε έκφανση του ιδιωτικού και δημόσιου βίου, αίρονται οι διακρίσεις και ανισότητες πολλαπλών μορφών και βελτιώνονται ουσιαστικά οι συνθήκες διαβίωσης των γυναικών ή των πολιτών ανεξαρτήτως φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου.
(Nόμος 4604/2019: «Προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων, πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας – Ρυθμίσεις για την απονομή Ιθαγένειας – Διατάξεις σχετικές με τις εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση – Λοιπές διατάξεις».)
Πανσέξουαλ (Ρansexual): Ένα άτομο το οποίο αισθάνεται συναισθηματική, ρομαντική ή/και σεξουαλική έλξη προς άτομα όλων των πιθανών ταυτοτήτων φύλου και βιολογικών φύλων. Τα άτομα αυτά συχνά δηλώνουν πως το βιολογικό φύλο ή/και η ταυτότητα φύλου ενός ατόμου είναι ασήμαντες παράμετροι στον καθορισμό του αν και κατά πόσο θα βιώσουν έλξη προς το άτομο αυτό. Εναλλακτικά, μπορεί να χρησιμοποιήσουν τον όρο gender blind, δηλαδή ότι είναι «τυφλά» ως προς το θέμα του φύλου. (Colour Youth)
Παρενδυτικός/ή (Transvestite): Το περιεχόμενο του όρου ταυτίζεται με αυτό του crossdresser, ωστόσο αποφεύγεται λόγω κοινωνικού και ιατρικού στίγματος, καθώς περιέχεται ως διαγνωστική κατηγορία (παρενδυσία- transvestism) στα εγχειρίδια ψυχικών διαταραχών. Επιπλέον ο ελληνικοποιημένος όρος “τραβεστί” χρησιμοποιούνταν λανθασμένα για δεκαετίες για να χαρακτηρίσει τρανς άτομα. Ο όρος “τραβεστί” είναι τόσο κοινωνικά στιγματισμένος που θα πρέπει να αποφεύγεται πάντα και είναι κακοποιητικός για τα περισσότερα τρανς άτομα, πλην αυτών που αυτοπροσδιορίζονται έτσι (συνήθως άτομα μεγάλης ηλικίας). (Colour Youth)
Παρενόχληση (Harassment): Κάθε ανεπιθύμητη συμπεριφορά συνδεόμενη με το φύλο, τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου ενός προσώπου, με σκοπό ή αποτέλεσμα την παραβίαση της αξιοπρέπειάς του και τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος.
(Πηγή: Nόμος 4604/2019: «Προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων, πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας – Ρυθμίσεις για την απονομή Ιθαγένειας – Διατάξεις σχετικές με τις εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση – Λοιπές διατάξεις».)
Πατριαρχία (Patriarchy): Πρόκειται για έννοια η οποία προέρχεται από την Παλαιά Διαθήκη, όπου πατριάρχης ήταν ο πατέρας και κυβερνήτης της οικογένειας ή της φυλής. Ο φεμινισμός δανείστηκε τον όρο και του έδωσε τη σημασία ενός συστήματος ανδρικής κυριαρχίας, το οποίο καταπιέζει τις γυναίκες μέσω των κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών του θεσμών. Ενώ για την Kate Millett (1970) στην πατριαρχία περιλαμβάνεται κάθε μορφή ανδρικής κυριαρχίας προς τις γυναίκες, άλλες φεμινίστριες (Mitchell 1974, Barrett 1988) εναντιώθηκαν στην άποψη αυτή για να αποφευχθεί ο κίνδυνος μιας καθολικότητας του όρου.
Σύμφωνα με την υλιστική άποψη των μαρξιστριών φεμινιστών/τριών, ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής δομείται από μια πατριαρχική διαίρεση της εργασίας με βάση το φύλο. Ο ριζοσπαστικός φεμινισμός [radical feminism] εξισώνει την πατριαρχία με την ανδρική κυριαρχία. Έτσι, η πατριαρχία είναι ένα σύστημα κοινωνικών σχέσεων κατά το οποίο η τάξη των ανδρών έχει μεγαλύτερη δύναμη από την τάξη των γυναικών, επειδή οι γυναίκες είναι υποτιμημένες λόγω του φύλου τους. Η ψυχαναλύτρια Dorothy Dinnerstein (1976) θεωρεί ότι η πατριαρχία πηγάζει από τη διαμόρφωση των κοινωνικών φύλων των γυναικών και των ανδρών. Τέλος, όλη η φεμινιστική θεωρία χαρακτηρίζεται από αντίσταση ενάντια στην πατριαρχία, όπως για παράδειγμα η επίθεση των φεμινιστών/τριών ενάντια στον διαχωρισμό της εργασίας βάσει του κοινωνικού φύλου. (ΦυλοΠαιδεία)
Πατριαρχία (Patriarchy): Η πατριαρχία αποτελεί το σύστημα εκείνο που ιστορικά οργανώνει και αναπαράγει σε κοινωνικό, πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο τις έμφυλες σχέσεις εξουσίας, τις άνισες και κυριαρχικές δηλαδή σχέσεις μεταξύ των κοινωνικών φύλων, της επικράτησης μιας ανδροκρατικής αντίληψης εις βάρος των γυναικών και όσων δεν ταυτίζονται με αυτή. (Κέντρο Διοτίμα)
Πολλαπλή Διάκριση (Multiple Discrimination): Κάθε πράξη ή παράλειψη που θέτει σε μειονεκτική θέση τα πρόσωπα λόγω φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, σε συνδυασμό με ένα ή περισσότερα άλλα χαρακτηριστικά, όπως ιδίως η εθνική/εθνοτική ή και κοινωνική προέλευση, η ηλικία, η οικογενειακή κατάσταση, η αναπηρία, οι θρησκευτικές, πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις.
(Πηγή: Nόμος 4604/2019: «Προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων, πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας – Ρυθμίσεις για την απονομή Ιθαγένειας – Διατάξεις σχετικές με τις εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση – Λοιπές διατάξεις».)
Πολιτισμικές προκαταλήψεις: Πεποιθήσεις ή εκτιμήσεις δίχως κάποια βάση που επηρεάζουν τη διαμόρφωση άποψης σύμφωνα με κριτήρια δυτικής υπεροχής προς ανθρώπους, έθιμα και γνώσεις που δεν προέρχονται από τη Δύση. (urbana)
Σεξισμός (Sexism): Ο σεξισμός είναι η συστημική διάκριση και καταπίεση που υφίστανται όλα τα άτομα που δεν είναι άνδρες (και κυρίως οι γυναίκες και όσα άτομα διαβάζονται ως γυναίκες) με βάση το φύλο ή το σώμα τους και μόνο. Τον σεξισμό έχει γεννήσει η πατριαρχική δομή της κοινωνίας που βασίζεται στην ανωτερότητα του άνδρα και της αρρενωπότητας. Παράγωγα του σεξισμού αποτελούν η ομοφοβία, η αμφιφοβία και η τρανσφοβία. O σεξισμός αποτελεί ένα σύστημα καταπίεσης που είναι ενσωματωμένο στους κυρίαρχους κοινωνικούς, πολιτισμικούς και οικονομικούς θεσμούς και πολλές φορές δεν γίνεται αντιληπτός στις μικρότερες εκφάνσεις του. (Colour Youth)
Σεξισμός (Sexism/ Sexist): Ο σεξισμός, όπως και ο ρατσισμός, υπονοεί ένα σύστημα βασισμένο σε ιεραρχίες, που υποστηρίζει ότι το ένα φύλο είναι ανώτερο του άλλου, και σημαίνει πάντα εύνοια προς μια ομάδα σε βάρος μιας άλλης. Σεξισμό συνιστούν οι δραστηριότητες ή οι συμπεριφορές που κάνουν διακρίσεις σε βάρος των ανθρώπων αποκλειστικά με βάση το φύλο τους. Πρόκειται για ένα σύνολο αρνητικών γενικεύσεων, ψευδών πεποιθήσεων, καθώς και στερεότυπων αντιλήψεων, στάσεων και πρακτικών με βάση τις οποίες κανονικοποιείται η ανισότητα σε βάρος του ενός φύλου, η διακριτική αντιμετώπισή του και κατ’ επέκταση ο κοινωνικός αποκλεισμός του. Ο σεξισμός συνδέεται με την εξουσία και οι εκφραστές του θεωρούν τις γυναίκες υποδεέστερες των ανδρών και πιστεύουν ότι αυτό πρέπει να αντανακλάται στην κοινωνία, τη γλώσσα, τα δικαιώματα και τον νόμο. (Μεσογειακό Ινστιτούτο Μελετών Κοινωνικού Φύλου, 2009)
Σεξισμός (Sexism): Διακρίσεις βασιζόμενες στο φύλο κάποιου ατόμου. Γενικά, αυτές οι διακρίσεις επηρεάζουν κυρίως τις γυναίκες ή/και άτομα με άλλες ταυτότητες φύλου, διαφορετικού του ανδρικού. (urbana)
Σεξουαλική βία: Σεξουαλική βία είναι οποιαδήποτε σεξουαλική πράξη, αλλά και απόπειρα τέτοιας πράξης, χωρίς την εκούσια και ελεύθερη συναίνεση του θύματος. Κατά την άσκησή της, συχνά (αλλά όχι πάντα) χρησιμοποιείται σωματική βία, εξαναγκασμός, αλλά και απειλές βίας, προκαλώντας βλάβες στο θύμα. Κάτω από την ομπρέλα της σεξουαλικής βίας συμπεριλαμβάνονται τόσο ο βιασμός/απόπειρα βιασμού, η σεξουαλική κακοποίηση, η σεξουαλική παρενόχληση, όσο και η εμπορία ανθρώπων, η σεξουαλική εκμετάλλευση, ο Ακρωτηριασμός Γυναικείων Γεννητικών Οργάνων, η καταναγκαστική εγκυμοσύνη και οι εξαναγκαστικές εκτρώσεις. Στο ορισμό της σεξουαλικής βίας κατατάσσονται και τα ανεπιθύμητα σεξουαλικά σχόλια ή οι αντίστοιχες κινήσεις, όπως μη επιθυμητό φίλημα, άγγιγμα γεννητικών οργάνων ή/και άλλων ιδιωτικών σημείων του σώματος κ.ά. Η σεξουαλική βία μπορεί να ασκηθεί από οποιοδήποτε άτομο ανεξάρτητα από τη σχέση του µε το θύμα, τόσο στο χώρο κατοικίας, εργασίας αλλά και το δημόσιο χώρο. (Κέντρο Διοτίμα)
Σεξουαλική εκμετάλλευση (εξαναγκαστική πορνεία): Στον ορισμό της σεξουαλικής εκμετάλλευσης εντάσσεται η εξαναγκαστική πορνεία ή η ανταλλαγή σεξουαλικής χάρης με υλικά αγαθά, υπηρεσίες και υποστήριξη. Ως επί το πλείστον, τα θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης είναι γυναίκες και νεαρά κορίτσια, αλλά και έφηβα αγόρια, που δεν μπορούν να καλύψουν τις βασικές βιοτικές τους ανάγκες. Στόχος αυτής της μορφής έμφυλης βίας είναι η εξασφάλιση (οικονομικού, κοινωνικού, πολιτικού) κέρδους από το θύμα. Συχνά ο θύτης καταχράται τη θέση και την εξουσία του, αλλά και την ευαλωτότητα ή την εμπιστοσύνη του θύματος. (Κέντρο Διοτίμα)
Σεξουαλική Παρενόχληση (Sexual harassment): Οποιαδήποτε μορφή ανεπιθύμητης λεκτικής, ψυχολογικής ή σωματικής συμπεριφοράς σεξουαλικού χαρακτήρα, με αποτέλεσμα την προσβολή της προσωπικότητας ενός προσώπου, ιδίως με τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος γύρω από αυτό. (Nόμος 4604/2019: «Προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων, πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας – Ρυθμίσεις για την απονομή Ιθαγένειας – Διατάξεις σχετικές με τις εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση – Λοιπές διατάξεις».)
Σεξουαλικός Προσανατολισμός (Sexuality/ Sexual Orientation): Αναφέρεται στην ικανότητα κάθε ατόμου για βαθιά στοργή, συναισθηματική και σεξουαλική έλξη και για διαπροσωπικές ερωτικές και σεξουαλικές σχέσεις με άτομα διαφορετικού ή του ιδίου φύλου ή περισσότερων του ενός φύλου.
Υποστηρίζοντας το Ίντερσεξ Παιδί μου, ΙGLYO,OII Europe & EPA https://rainbowschool.gr/wp-content/uploads/2018/10/Parents_Toolkit_Intersex_GRK_ES_WEB.pdf
Σεξουαλικά Στερεότυπα: πρόκειται για μη τεκμηριωμένες εκτιμήσεις που βασίζονται πεποιθήσεις στο πολιτισμικό πλαίσιο, που απλοποιούν την πραγματικότητα και ορίζουν σε παγκόσμιο επίπεδο τη συμπεριφορά των ανθρώπων ανάλογα με το φύλο τους.
Συμμετοχικές Δυναμικές: αποτελούν εργαλεία για την απόκτηση γνώσεων με βάση την πρακτική, τις γνώσεις των ατόμων, τις εμπειρίες και τα συναισθήματα καθώς και τα προβλήματα και τις δυσκολίες του περιβάλλοντός μας. Οι συμμετοχικές δυναμικές χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη διαδικασιών συλλογικής συζήτησης και προβληματισμού. Επιτρέπουν την ανταλλαγή και τη συλλογικότητα της ατομικής γνώσης και τη μεγαλύτερη εμπλοκή της ομάδας στη διαδικασία. (urbana)
Συναίνεση: Αποδοχή ή συγκατάθεση μετά από ώριμη σκέψη σε κάποια πράξη. Το άτομο κατανοεί πλήρως τις συνέπειες της συναίνεσής του και συμφωνεί ελεύθερα, χωρίς καμία πίεση ή εξαναγκασμό. (Κέντρο Διοτίμα)
Σύστημα δημιουργίας κοινωνικού φύλου: Πρόκειται για το πλέγμα των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών δομών, που συντηρούν και αναπαράγουν διαφορετικούς και διακριτούς ρόλους σε γυναίκες και άνδρες. (Κέντρο Διοτίμα)
Ταυτότητα Φύλου (Gender Identity): Ως ταυτότητα φύλου νοείται ο εσωτερικός και προσωπικός τρόπος με τον οποίο το ίδιο το πρόσωπο βιώνει το φύλο του, ανεξάρτητα από το φύλο που καταχωρίστηκε κατά τη γέννησή του με βάση τα βιολογικά του χαρακτηριστικά. Η ταυτότητα φύλου περιλαμβάνει την προσωπική αίσθηση του σώματος, καθώς και την κοινωνική και εξωτερική έκφραση του φύλου, τα οποία αντιστοιχούν στη βούληση του προσώπου. Η προσωπική αίσθηση του σώματος μπορεί να συνδέεται και με αλλαγές που οφείλονται σε ιατρική αγωγή ή άλλες ιατρικές επεμβάσεις που επιλέχθηκαν ελεύθερα.
Υπουργείο Δικαιοσύνης, Νομική Αναγνώριση της Ταυτότητα Φύλου- Εθνικός Μηχανισμός Παρακολούθησης και Αξιολόγησης του Σχεδίου Δράσης για τα Δικαιώματα του Παιδιού- Άρθρο 2 http://www.opengov.gr/ministryofjustice/?p=8076&cpage=1
Ταυτότητα Φύλου (Gender Identity): Αναφέρεται στη βαθιά εσωτερική αίσθηση και το ιδιαίτερο βίωμα του κάθε ανθρώπου ως προς το κοινωνικό φύλο, που μπορεί να αντιστοιχούν ή όχι με το φύλο που τους αποδόθηκε στη γέννηση, συμπεριλαμβανομένης της προσωπικής αίσθησης του σώματος (η οποία, εφόσον επιλεγεί ελεύθερα, μπορεί να περιλαμβάνει τροποποίηση της σωματικής εμφάνισης ή λειτουργίας με ιατρικά, χειρουργικά ή άλλα μέσα) και άλλων εκφράσεων φύλου, συμπεριλαμβανομένης της ένδυσης, της ομιλίας και των τρόπων. Η ταυτότητα φύλου κάποιων ατόμων δεν εμπίπτει στο έμφυλο δίπολο και στα σχετικά στερεότυπα.
Υποστηρίζοντας το Ίντερσεξ Παιδί μου, ΙGLYO,OII Europe & EPA https://rainbowschool.gr/wp-content/uploads/2018/10/Parents_Toolkit_Intersex_GRK_ES_WEB.pdf
Ταυτότητα Φύλου (Gender Identity): Αυτοπροσδιορισμός ενός ατόμου ως άνδρας ή γυναίκα ή και τα δύο. Η ταυτότητα φύλου μπορεί να διαφέρει από το βιολογικό φύλο. Η ταυτότητα φύλου δεν καθορίζεται κατά τη γέννηση, αλλά καθιερώνεται πολύ νωρίς κατά τα πρώτα στάδια κοινωνικοποίησης του παιδιού με τη συμβολή ψυχολογικών και κοινωνικών παραγόντων. (urbana)
Τοξική αρρενωπότητα (Toxic Masculinity): χρησιμοποιείται στις κοινωνικές επιστήμες για να περιγράψει παραδοσιακά μοτίβα συμπεριφοράς μεταξύ των ανδρών που σχετίζονται με αρνητικές κοινωνικές και ψυχολογικές επιπτώσεις. Αναφέρεται στις γνωστικές ιδιότητες της αρρενωπότητας που έχουν κυριαρχήσει σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, όπως ο μισογυνισμός, η ομοφοβία, η αποφυγή εμφάνισης αδυναμίας και συναισθήματος, η βία, η περιπέτεια, ο κίνδυνος κ.α.. Οι συμπεριφορές επηρεάζονται συχνά από κοινωνικούς και πολιτισμικούς κανόνες, είτε πρόκειται για υιοθέτηση συμπεριφορών από φίλους, είτε για μίμηση συμπεριφοράς, γονέων είτε για υιοθέτηση απεικονίσεων από τα μέσα κτλ.
Τρανς/ Διεμφυλικά άτομα (Trans/ Transgender): Είναι ένας συμπεριληπτικός όρος-ομπρέλα, που αναφέρεται σε άτομα των οποίων η ταυτότητα φύλου ή και η έκφραση φύλου διαφέρει από το βιολογικό/κοινωνικό φύλο που τους αποδόθηκε στη γέννηση. Μπορεί να περιλαμβάνει, αλλά δεν περιορίζεται σε: άτομα που αυτοπροσδιορίζονται ως τρανσέξουαλ, τρανστζέντερ, παρενδυτικά (transvestite/cross-dressing), ανδρόγυνα, polygender, genderqueer, agender, gender variant (φυλοδιαφορετικά), gender nonconforming (μη συμμορφούμενα με το φύλο) ή με οποιαδήποτε άλλη ταυτότητα ή και έκφραση φύλου, που δεν πληροί τις κοινωνικές και πολιτισμικές προσδοκίες για την ταυτότητα φύλου. Οι ίντερσεξ άνθρωποι μπορεί να αυτοπροσδιορίζονται ως τρανς, αλλά δεν είναι απαραίτητα τρανς επειδή απλά απορρίπτουν το φύλο που τους αποδόθηκε στη γέννηση.
(Υποστηρίζοντας το Ίντερσεξ Παιδί μου, ΙGLYO,OII Europe & EPA https://rainbowschool.gr/wp-content/uploads/2018/10/Parents_Toolkit_Intersex_GRK_ES_WEB.pdf)
Τρανς/ Διεμφυλικά άτομα (Trans/ Transgender): Είναι τα άτομα των οποίων το φύλο δεν συμβαδίζει με το φύλο που τους αποδόθηκε κατά τη γέννηση. Κάποια τρανς άτομα προβαίνουν σε διαδικασίες επαναπροσδιορισμού φύλου, ωστόσο πρέπει να σημειωθεί πως -σε αντίθεση με την κοινή αντίληψη- δεν προτίθενται όλα τα τρανς άτομα να προχωρήσουν σε τέτοιες διαδικασίες και αυτό δεν επηρεάζει το αν είναι τρανς ή όχι. Συχνά, ο όρος τρανς χρησιμοποιείται για να περιγράψει μόνο τους τρανς άντρες και τις τρανς γυναίκες, διαγράφοντας την τρανς ταυτότητα των non-binary ατόμων. Είναι σημαντικό να μη συμβαίνει αυτό και να γίνεται σεβαστό το βίωμα και ο αυτοπροσδιορισμός των άλλων ανθρώπων. (Colour Youth)
Τρανς Άνδρες (Transgender Man): Τα άτομα των οποίων το φύλο που τους έχει αποδοθεί κατά τη γέννηση είναι θηλυκό, αλλά προσδιορίζονται και ζουν ως άνδρες και τροποποιούν ή επιθυμούν να τροποποιήσουν το σώμα τους με ιατρική παρέμβαση ώστε να ταιριάζει με την ταυτότητα φύλου τους, είναι γνωστά ως τρανς άνδρες (επίσης ως Female To Male – FTM). Μερικά άτομα που πραγματοποίησαν μετάβαση από το ένα φύλο στο άλλο, προτιμούν να αναφέρονται ως άνδρας, παρά ως τρανς άντρες.
Τι είναι τρανς άντρες, τι είναι τρανς γυναίκες; https://rainbowschool.gr/%ce%b3%ce%bf%ce%bd%ce%b5%ce%af%cf%82/%cf%83%cf%85%cf%87%ce%bd%ce%ad%cf%82-%ce%b5%cf%81%cf%89%cf%84%ce%ae%cf%83%ce%b5%ce%b9%cf%82-%ce%b3%ce%bf%ce%bd%ce%b5%ce%af%cf%82/
Τρανς Γυναίκες (Transgender Woman): Τα άτομα των οποίων το φύλο που τους έχει αποδοθεί κατά τη γέννηση είναι αρσενικό, αλλά προσδιορίζονται και ζουν ως γυναίκες και τροποποιούν ή επιθυμούν να τροποποιήσουν το σώμα τους με ιατρική παρέμβαση ώστε να ταιριάζει με την ταυτότητα φύλου τους, είναι γνωστά ως τρανς γυναίκες (επίσης ως Male To Female – MTF). Μερικά άτομα που πραγματοποίησαν μετάβαση από το ένα φύλο στο άλλο, προτιμούν να αναφέρονται ως γυναίκα, παρά ως τρανς γυναίκες.
Τι είναι τρανς άντρες, τι είναι τρανς γυναίκες; https://rainbowschool.gr/%ce%b3%ce%bf%ce%bd%ce%b5%ce%af%cf%82/%cf%83%cf%85%cf%87%ce%bd%ce%ad%cf%82-%ce%b5%cf%81%cf%89%cf%84%ce%ae%cf%83%ce%b5%ce%b9%cf%82-%ce%b3%ce%bf%ce%bd%ce%b5%ce%af%cf%82/
Τρανσφοβία (Transphobia): Ο παράλογος φόβος και το μίσος για τα τρανς άτομα και όσα άτομα φαίνεται να παραβαίνουν τις παραδοσιακές αντιλήψεις για την ταυτότητα φύλου, το κοινωνικό φύλο ή/και την έκφραση φύλου.
Οικογένειες Ουράνιο Τόξο-LGBTQI Γονείς και Σχολείο- Οδηγός για Νηπιαγωγούς και Δασκάλους https://rainbowschool.gr/wp-content/uploads/2017/11/RainbowFamiliesGuide.pdf
Φεμινισμός (Feminism): Ο όρος χαρακτηρίζει ένα ευρύτατο σύνολο ιδεολογικών και θεωρητικών τοποθετήσεων, καθώς και ακτιβιστικών πρακτικών ή κινημάτων που αφορούν αφενός μεν στη διεκδίκηση και καθιέρωση της ισότητας μεταξύ των φύλων και στην προάσπιση των ανθρωπίνων (βιολογικών και πολιτικο-κοινωνικών) δικαιωμάτων των γυναικών, αφετέρου δε στην συνειδητοποιημένη κριτική (ανα)ψηλάφηση επιστημονικών και φιλοσοφικών θεωριών σχετικών με την υπόσταση του φύλου και της έμφυλης ταυτότητας των ανθρώπινων υποκειμένων μέσα στα πλαίσια των κοινωνικών δομών (Beasley 1999: 36). (ΦυλοΠαιδεία)
http://www.fylopedia.uoa.gr/index.php/%CE%A6%CE%B5%CE%BC%CE%B9%CE%BD%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82
Φύλο (Gender): Ο όρος «φύλο» υποδηλοί τους κοινωνικά δομημένους ρόλους, συμπεριφορές, δραστηριότητες και ιδιότητες (χαρακτηριστικά γνωρίσματα) τις οποίες μια δεδομένη κοινωνία θεωρεί προσήκουσες και ενδεδειγμένες για τις γυναίκες και τους άνδρες. (Συμβούλιο της Ευρώπης (2011), Σύμβαση του Συμβούλιου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας, Κωνσταντινούπολη, 11.5.2011 (άρθρο 3).
(Nόμος 4604/2019: «Προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων, πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας – Ρυθμίσεις για την απονομή Ιθαγένειας – Διατάξεις σχετικές με τις εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση – Λοιπές διατάξεις».)
Φύλο (Gender): Σύνολο παραγόντων και κοινωνικών χαρακτηριστικών που ορίζει τους ανθρώπους σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά της ταυτότητάς τους μέσα στην κοινωνία. Σε πολλές περιπτώσεις το φύλο εξαρτάται από τα κοινωνικά πρότυπα που καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο ένα άτομο θα πρέπει να συμπεριφέρεται και να σχετίζεται με βάση τα συγκεκριμένα φυσικά και σεξουαλικά χαρακτηριστικά του. (urbana)
Φύλο που αποδίδεται στη γέννα (Gender Assigned At Birth):Το φύλο, τόσο κοινωνικά όσο και νομικά, που προσδίδεται κατά την γέννηση του ατόμου με βάση τα βιολογικά χαρακτηριστικά που εκλαμβάνονται ως κυρίαρχα. (Colour Youth)
Φυλομετάβαση (Transition): Είναι η διαδικασία που ακολουθεί ένα άτομο έτσι ώστε να αλλάξει τον τρόπο που το φύλο του παρουσιάζεται κοινωνικά ή/και ιατρικά ή/και νομικά. Κοινωνικά ακολουθώντας τις νόρμες και συμπεριφορές που χαρακτηρίζουν το επιθυμητό κοινωνικό φύλο, ιατρικά μέσω ορμονοθεραπείας, επεμβάσεων επαναπροσδιορισμού φύλου* κλπ, και νομικά αλλάζοντας το φύλο στα αντίστοιχα επίσημα έγγραφα. Αυτή η διαδικασία μπορεί να διαφέρει σημαντικά από άτομο σε άτομο. (Colour Youth)
Φυσικοποίηση των έμφυλων διαφορών: σύνολο πεποιθήσεων που συσχετίζουν τη συμπεριφορά των ανδρών και των γυναικών στο σύνολό της με τα βιολογικά τους φύλα. Έτσι χρησιμοποιούνται βιολογικές διαφορές για να δικαιολογηθούν κοινωνικές ανισότητες. Πιλοτικές παρατηρήσεις: πρόκειται για παρατηρήσεις όπου τα δεδομένα που συλλέγονται δε σχετίζονται με τα αποτελέσματα. Οι πιλοτικές παρατηρήσεις δεν χρησιμοποιούνται για τη συλλογή δεδομένων αλλά είναι ένα προκαταρκτικό στάδιο για να την εξοικείωση με το δείγμα ή το περιβάλλον ώστε να πραγματοποιηθεί η παρατήρηση ή να δομηθεί το σύστημα συλλογής δεδομένων. (urbana)
Αγγλικοί Όροι
Agender: Ταυτότητα φύλου κατά την οποία το άτομο αισθάνεται ότι δεν έχει φύλο ή η απουσία ταυτότητας φύλου. (Colour Youth)
Bechdel Test (Μο movie Measure or Bechdel Rule): Κανόνας για αποφυγή των έμφυλων στερεοτύπων/ ανισότητας στις ταινίες. Προτείνονται τα ακόλουθα τρία κριτήρια: 1. Μία ταινία πρέπει να έχει τουλάχιστον δύο γυναικείους χαρακτήρες, 2. αυτοί οι δύο χαρακτήρες θα πρέπει να μιλάνε μεταξύ τους, 3. το θέμα συζήτησης δεν θα πρέπει να αφορά έναν ή περισσότερους άνδρες. https://bechdeltest.com/
Cisgender /Cis: Cisgender /Cis ή “μη τρανς” είναι τα άτομα που η αντίληψή τους για το φύλο τους (ταυτότητα φύλου) συμφωνεί με το φύλο που τους αποδόθηκε κατά τη γέννηση. Κατά έναν άλλο ορισμό, cisgender είναι η ταυτότητα φύλου και ο ρόλος φύλου που θεωρείται ο καταλληλότερος για την κοινωνία. Το cisgender είναι έννοια αντίθετη του transgender και στην ουσία αναφέρεται σε όλα τα άτομα που δεν είναι τρανς. Υπάρχουν διάφορα παράγωγα του όρου στη χρήση, όπως ο cis άνδρας για τον άνδρα που του δόθηκε ανδρικό φύλο στη γέννηση και cis γυναίκα για τη γυναίκα που της δόθηκε γυναικείο φύλο στη γέννηση. Το cisgender προέρχεται από τη λατινογενή πρόθεση cis-, που σημαίνει "από τη μεριά μας", η οποία είναι αντώνυμη της λατινογενούς πρόθεσης trans-, που σημαίνει "απέναντι" ή "από την απέναντι πλευρά". Αυτή η σχέση συναντάται στη χημεία, συγκεκριμένα στο φαινόμενο της ισομέρειας, όπου συναντώνται οι απεικονίσεις cis-trans, τα τεστ cis-trans της γενετικής και σε άλλες περιπτώσεις. Στην περίπτωση των φύλων, το cis- αναφέρεται στη συμφωνία κοινωνικού φύλου με το βιολογικό. https://el.wikipedia.org/wiki/Cisgender https://slang.fandom.com/el/wiki/Cis
Cissexism: Είναι η αντίληψη ότι τα cis* άτομα είναι ανώτερα από τα τρανς* άτομα, με αποτέλεσμα τα τρανς* άτομα να υφίστανται διακρίσεις, συμπεριλαμβανομένων και των διακρίσεων που απαξιώνουν το σώμα ή και την έκφραση φύλυ τρανς ατόμων που δεν συμμορφώνονται με τη cis νόρμα. Ο cisσεξισμός αποτελεί ένα σύστημα καταπίεσης που είναι ενσωματωμένο στους κυρίαρχους κοινωνικούς, πολιτισμικούς και οικονομικούς θεσμούς. Φράσεις όπως “Οι σερβιέτες είναι γυναικείο προϊόν” ή “Οι άντρες πρέπει να εξετάζουν τον προστάτη τους μετά από κάποια ηλικία” είναι cis-σεξιστικές καθώ υπάρχουν άντρες με περίοδο και γυναίκες με προστάτη. (Colour Youth)
Coming out: διαδικασία κατά την οποία ένα άτομο αποφασίζει να αποκαλύψει στον κοινωνικό του περίγυρο τον σεξουαλικό του προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου του. (https://rainbowschool.gr/wp-content/uploads/2017/11/RainbowFamiliesGuide.pdf)
Crossdresser: Το άτομο που φοράει ρούχα που συνήθως σχετίζονται με το «αντίθετο» (με βάση το μοντέλο δυαδικότητας του φύλου) κοινωνικό φύλο του ατόμου, στα πλαίσια μιας συγκεκριμένης κοινωνίας. Τα άτομα αυτά δεν είναι απαραίτητα τρανς. (Colour Youth)
Drag King/ Drag Queen: Τα άτομα που ντύνονται με τα ρούχα κάποιου από τα δύο κυρίαρχα φύλα με σκοπό την παρωδία της νόρμας των φύλων και της αμφισβήτησης της δυαδικότηταςτων φύλων, ή/και ως μορφή καλλιτεχνικής έκφρασης. (Colour Youth)
Gender Fluid: Άτομο το οποίο βιώνει την ταυτότητα φύλου του ως ρευστή ή εναλλασσόμενη. (Colour Youth)
Gender-neutral: Είναι η ουδέτερη έκφραση φύλου*, που δεν μπορεί να ταυτοποιηθεί ούτε ως στερεοτυπικά «αρρενωπή» ή στερεοτυπικά «θηλυκή». (Colour Youth)
Genderqueer: Ταυτότητες φύλου οι οποίες δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως τυπικά «αντρικές» ή τυπικά «γυναικείες» και δεν εμπίπτουν στη δυαδικότητα του φύλου και την ετεροκανονικότητα. (Colour Youth)
Stalking: Το stalking (παρενοχλητική παρακολούθηση) καλύπτει μια γκάμα από ανεπιθύμητες, σκόπιμες, επαναλαμβανόμενες και επίμονες παρενοχλητικές συμπεριφορές και πράξεις, που προκαλούν φόβο, τρόμο ή ανησυχία στο παρενοχλούμενο άτομο. Οι συμπεριφορές αυτές εκδηλώνονται άλλες φορές άμεσα και άλλες έμμεσα. Σε αυτό το πλαίσιο, το θύμα καλείται να αντιμετωπίσει, παρά την εκπεφρασμένη αντίθετη βούλησή του: επίμονα τηλεφωνήματα, μηνύματα, emails· παρακολούθηση ή/και εισβολή στο οικογενειακό, κοινωνικό ή εργασιακό περιβάλλον· προσέγγιση των οικείων του· ψευδείς κατηγορίες, απειλές, εκδικητική πορνογραφία και μια σειρά άλλων παραβιαστικών συμπεριφορών. Πρόκειται, αναμφίβολα, για επικίνδυνο φαινόμενο που πρόσφατα θεωρείται, και στη χώρα μας, ποινικό αδίκημα. (Κέντρο Διοτίμα)
Two-spirit: Ταυτότητα φύλου, κατά την οποία το άτομο νιώθει και άντρας και γυναίκα ταυτόχρονα. Ο όρος «two-spirit» (δύο πνεύματα) αρχικά χρησιμοποιήθηκε από ιθαγενείς της Βόρειας Αμερικής για άτομα που πίστευαν ότι μέσα τους ζούσαν και το ανδρικό και το γυναικείο πνεύμα ταυτόχρονα. (Colour Youth)